Ήρθε η ώρα για τα δυτικά πανεπιστήμια να κόψουν τους δεσμούς τους με την Κίνα

Ήρθε η ώρα για τα δυτικά πανεπιστήμια να κόψουν τους δεσμούς τους με την Κίνα

08/20/2020 0 από Άρδην Δυτικής Ελλάδας
Αναδημοσιεύουμε σε ελεύθερη μετάφραση άρθρο στο Foreign Policy του Salavatore Babones με τίτλο:It’s Time for Western Universities to Cut Their Ties to China” το οποίο δημοσιεύτηκε στις 19 Αυγούστου 2020.

Όπως, επανειλημμένως έχουμε γράψει, η κρίση της πανδημίας του κορωνοϊού, επιτάχυνε πολλές παθογένειες της παγκοσμιοποιημένης εκδοχής του καπιταλιστικού μοντέλου ανάπτυξης καθώς επίσης και τον εκδηλούμενο και πριν την πανδημία, άλλωστε, αμερικάνικο (Τραμπ) πόλεμο ενάντια στην Κινεζική οικονομική κυριαρχία.

Μια από τις βασικές συνιστώσες του μοντέλου αυτού ήταν η πολιτισμική διείσδυση των δυτικών προτύπων σε παραδοσιακές κοινωνίες και πολιτισμούς με σκοπό να “κάμψουν” και να “αντικαταστήσουν” παραδοσιακά πολιτισμικά στοιχεία αυτάρκειας προς όφελος των δυτικών προτύπων της υπερκατανάλωσης και της ατομικότητας. Σκοπός, άλλωστε, της οικονομικής μεγέθυνσης είναι η “αλλοτρίωση” θεσμικών πολιτισμικών στοιχείων που θέτουν φραγμό σε αυτήν και η αντικατάστασή τους από καταναλωτικά πρότυπα, είτε αυτά αφορούν υλικά αγαθά, πρωτίστως, αλλά και κοινωνικές συμπεριφορές. Ως ιδεολογικό καμουφλάζ, η Δύση, για το σκοπό αυτό χρησιμοποίησε στην επεκτατική πολιτισμική της φαρέτρα έννοιες όπως πολυπολιτισμικότητα, ελεύθερη μετακίνηση αγαθών και ανθρώπων κλπ, συμπεριλαμβάνοντάς τες στη νέα πολιτική του ατομικού δικαιωματισμού. Έννοιες που ενθυλακώθηκαν και από τις “αριστερές” πολιτικές στη Δύση καθώς αυτές εξυπηρετούσαν τη “συγγενή ιδεολογική αγκύλωση” της αριστεράς για α-εθνικές και αταξικές κοινωνίες.

Η έλευση της πανδημίας και η ανάγκη επανακαθορισμού του τρόπου διανομής αλλά και συνάρθρωσης του παγκοσμιοποιημένου μοντέλου ανάπτυξης και των αγαθών, ώστε να ξεπεράσει την κρίση, ήταν το γεγονός που άνοιξε τους “ασκούς του Αιόλου” και ανέδειξε τις αδυναμίες αλλά και τα όρια της οικονομικής μεγέθυνσης αλλά έβαλε και στο τραπέζι της συζήτησης ζητήματα που λίγο ως πολύ ήταν ξεχασμένα από τη δημόσια πολιτική ατζέντα.

Μια από αυτές τις αδυναμίες, η οποία παράγει την συνακόλουθη κοινωνική αλλοτρίωση και ισοπέδωση, είναι η πολιτισμική διείσδυση δυτικών προτύπων  σε λαούς με αντιφατικές και πολλές φορές αντίθετες πολιτισμικές αξίες από αυτές της Δύσης. Η “διείσδυση” αυτή διαλύει τις κοινωνικές συλλογικότητες, τις εθνικές παραδόσεις, τις πολιτισμικές αναφορές και εντέλει “αποσύρει” την πολιτική από τις κοινωνίες μετατρέποντας τον συλλογικό πολιτικό άνθρωπο σε ατομικό προϊόν κατανάλωσης και υλικών γεύσεων, που όταν τις στερείται μετατρέπει την αντίδρασή του σε αγελαία συμπεριφορά (χαρακτηριστικό παράδειγμα τα γεγονότα που ακολούθησαν τη δολοφονία του Φλυν) η σε αδυναμία να απαντήσει στην κρίση όπως αυτή της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο να προτάξει ηθικά, πολιτικά και πολιτισμικά ερείσματα στις προκλητικές κινήσεις του τουρκικού ισλαμοφασισμού κλπ). Η ιστορία πλέον δεν γράφεται στη βάση μιας ιδεολογικής αντιπαράθεσης (ποιας άλλωστε αφού οι κυρίαρχες τόσο της αριστεράς αλλά και της δεξιάς έχουν ξεπεραστεί) αλλά σε έναν αγώνα δούναι και λαβείν υπό το πρίσμα πάντα των οικονομικών ωφελειών, παραβλέποντας την επικινδυνότητα μιας τέτοιας θεώρησης των πραγμάτων.

Στο πλαίσιο αυτό, λοιπόν, η Δύση εδώ και δεκαετίες είχε ξεκινήσει μια σταυροφορία πολιτισμικής “διείσδυσης” στην παραδοσιακή κομφουκιανή Κίνα. Με την ίδρυση πανεπιστημιακών εδρών και μεταφοράς της δυτικής γνώσης και των προτύπων έλπιζε να κυριαρχήσει στην κινέζικη κοινωνία μιας και αυτή αποτελούσε για δεκαετίες τον οικονομικό της “θησαυρό” .

Ωστόσο τα πράγματα δεν εξελίχθηκαν όπως τα είχαν προβλέψει τα δυτικά ιδεολογικά think tanks και τα ιδρύματα αυτά μετατράπηκαν, λίγο ως πολύ, σε προπαγανδιστές της κινεζικής πολιτικής και αντίληψης.

Τώρα μετά την επιτάχυνση της κρίσης από την πανδημία και την ανάδειξη των παθογενειών της παγκοσμιοποίησης, τα δυτικά ιδεολογικά κέντρα, τόσο στον τομέα της παραγωγής όσο και της πολιτισμικής “διείσδυσης” αναθεωρούν και θέτουν ζητήματα “επανεδαφικοποίησης” των παραγωγικών μονάδων και “προστατευτισμού” από τις κινεζικές αξίες και πολιτισμικές αναφορές στις κοινωνίες τους, φοβούμενοι πλέον και την πολιτισμική επικράτηση της κουμφουκιανής Κίνας απέναντι στην πολιτισμική παρακμή τους (βλ Δύση).

Το άρθρο αυτό είναι χαρακτηριστικό της συζήτησης που έχει ξεκινήσει στη Δύση σχετικά με την Κίνα -όσο και αν εξυπηρετεί τα αμερικάνικα συμφέροντα για τον πόλεμο ενάντια στην κινεζική οικονομική κυριαρχία και κατ΄ουσία δεν εκφράζει και τις απόψεις μας- δηλώνει, παράλληλα, ωστόσο την παγκόσμια πλέον τάση και ανησυχία για “επαναπατρισμό” της παραγωγής τόσο στον τομέα της οικονομίας όσο και του πολιτισμού. Η αδυναμία αυτή της Αμερικής να απαντήσει στην οικονομική κυριαρχία της Κίνας -εκτός από τις “τραμπικές” της καταβολές- καταδεικνύει και ένα ακόμα φαινόμενο: την αποτυχία της Δύσης να κυριαρχήσει με συνταγή την παγκοσμιοποίηση στον πλανήτη. Παγκοσμιοποίηση που όπως αποκάλυψε και η πανδημία εμπεριέχει πολλές εγγενείς παθογένειες και αδιέξοδα.

Εισαγωγή, ελεύθερη μετάφραση: Αντώνης Σπυρόπουλος

του SALVATORE BABONES* | 

Στην δίψα για τα κινεζικά χρήματα (κινέζικη χρηματοδότηση), τα πανεπιστήμια της Δύσης έχουν μετατραπεί ως ο πέμπτος πυλώνας της Κίνας στη Δύση.

Ήρθε η ώρα για τα δυτικά πανεπιστήμια να κλείσουν τα Κομφουκιανά Ινστιτούτα τους και να τερματίσουν την ακαδημαϊκή τους συνεργασία με την Κίνα. Στις τρεις δεκαετίες μετά τη σφαγή της πλατείας Τιενανμέν το 1989, ένας από τους τρόπους με τους οποίους η Κίνα προσπάθησε να ανοικοδομήσει την εικόνα της στο εξωτερικό ήταν η συστηματική δημιουργία συνεργασιών με δυτικά πανεπιστήμια. Αρχικά, αυτές οι συνεργασίες επικεντρώθηκαν κυρίως στην ερευνητική συνεργασία. Αργότερα, μεγάλωσαν ώστε να συμπεριλάβουν τα Ινστιτούτα Κομφούκιου για την εκμάθηση γλωσσών, τη γενναιόδωρη χρηματοδότηση για διάφορα κοινά προγράμματα και τη δημιουργία πανεπιστημιουπόλεων καταστημάτων Δυτικών πανεπιστημίων στην Κίνα.

Σε μια εποχή που η Κίνα ήταν αντιδημοκρατική αλλά φιλελεύθερη, μια τέτοια δέσμευση φαινόταν σαν μια λογική στρατηγική. Υπήρχαν πάντα δυσάρεστες στιγμές στις σχέσεις των δυτικών πανεπιστημίων με την Κίνα, είτε προκλήθηκαν από εντάσεις λόγω φιλοξενίας του Δαλάι Λάμα είτε από διαμάχες σχετικά με την αυτο λογοκρισία των πανεπιστημίων σε θέματα που σχετίζονται με την Κίνα. Αλλά αυτά μπορεί να είχαν απορριφθεί ως “αυξανόμενοι πόνοι” (μικρές αδυναμίες) στην ανοδική καμπύλη της Κίνας για μάθηση προς ένα πιο φωτισμένο καθεστώς. Φαινόταν ότι όλοι – ακόμη και το Πεκίνο – μοιράστηκαν τον ίδιο τελικό στόχο μιας πιο φιλελεύθερης, πιο δημοκρατικής Κίνας.

Τώρα που η Κίνα έχει στραφεί προς τον πλήρη ολοκληρωτισμό, το σκεπτικό «μεταφοράς αξιών» για τη σύνδεση με την Κίνα έχει εξατμιστεί.

Τώρα που η Κίνα έχει στραφεί προς τον πλήρη ολοκληρωτισμό στο εσωτερικό και τον στρατιωτικό επεκτατισμό στο εξωτερικό, το σκεπτικό «μεταφοράς αξιών» για την σύνδεση με την Κίνα έχει εξατμιστεί. Έχει καταστεί ξεκάθαρο ότι ο πρόεδρος της Κίνας Xi Jinping δεν έχει καμία πρόθεση να οδηγήσει την Κίνα προς τη σύγκλιση με τη Δύση. Ως αποτέλεσμα, τα δυτικά πανεπιστήμια δεν μπορούν πλέον να υποστηρίζουν την επιδίωξη για μια μεγαλύτερη μεταφορά του δυτικού πολιτισμού στις σχέσεις τους με την Κίνα. Το μόνο που μένει (σ.μ. στα δυτικά Πανεπιστήμια) είναι η καθαρή, άθλια πείνα για κινεζικά χρήματα.

Φυσικά, από τα χρήματα ξεκίνησαν όλα. Στη δεκαετία του 1990, τα δυτικά πανεπιστήμια άρχισαν να αναπτύσσουν μια βιομηχανία παραθεριστικών οικισμών στα οποία πρόσφεραν -ανάμεσα στις άλλες ανέσεις και διευκολύνσεις- ειδικά μαθήματα μικρής διάρκειας σε ομάδες επισκεπτών Κινέζων αξιωματούχων. Μέχρι το τέλος της χιλιετίας, η μεγάλης κλίμακας είσοδος Κινέζων φοιτητών, στα δυτικά πανεπιστήμια, είχε αρχίσει. Στη συνέχεια, το 2004, η Κίνα εξέδωσε μια τολμηρή πρόσκληση προς τα πανεπιστήμια του κόσμου: Εάν φιλοξενήσετε ένα κέντρο για τη μελέτη της κινεζικής γλώσσας και πολιτισμού, η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας θα αναλάβει εξ ολοκλήρου το λειτουργικό τους κόστος . Αυτή ήταν η γέννηση των Ινστιτούτων Κομφούκιου.

Ως απάντηση της Κίνας στο Βρετανικό Συμβούλιο και τη Συμμαχία Française, τα Ινστιτούτα Κομφουκίου 541 της Κίνας στεγάζονται σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, δεν λειτουργούν ως ανεξάρτητα σημεία δημόσιας διπλωματίας όπως οι Ευρωπαίοι ανταγωνιστές τους αλλά το λειτουργικό κόστος τους το αναλαμβάνει αποκλεισικά η Κίνα. Οι επικριτές ανησυχούν ότι τα Ινστιτούτα Κομφούκιου προωθούν την προπαγάνδα της κινεζικής κυβέρνησης, αλλά αυτές οι ανησυχίες είναι πιθανώς υπερβολικές . Η πραγματικότητα είναι ότι τα Ινστιτούτα Κομφούκιου δεν είναι τόσο καλά σχεδιασμένα ώστε να καθοδηγούν τους φοιτητές που παρακολουθούν τα μαθήματά τους, ώστε να επηρεάζουν τους διαχειριστές των πανεπιστημίων που τους φιλοξενούν.

Η Κίνα παρέχει τα κεφάλαια εκκίνησης, τους μισθούς, το διδακτικό υλικό, και μερικές φορές ακόμη και τα κτίρια για τα Ινστιτούτα Κομφούκιου. Επίσης, εξίσου σημαντικό, η Κίνα τα στελεχώνει με τους δασκάλους. Δεν είναι εύκολο να βρεις εξειδικευμένους Κινέζους δασκάλους στο Conway, στο Αρκάνσας ή στο Las Cruces του Νέου Μεξικού, για να μην αναφέρουμε το Βέλικο Τάρνοβο, τη Βουλγαρία ή το N’Djamena, Chad. Σε μια εποχή περιορισμένων πανεπιστημιακών προϋπολογισμών, πρέπει να είναι πολύ ελκυστικό όταν μια ξένη κυβέρνηση προσφέρει τη χρηματοδότηση και στελέχωση ενός κέντρου εκμάθησης γλωσσών που εκ των πραγμάτων στη συνέχεια δημιουργεί έσοδα. Τα ινστιτούτα  “Κομφούκιου” στα περισσότερα δυτικά πανεπιστήμια επικεντρώνονται στην προσφορά μη πιστωτικών μαθημάτων στο κοινό, ενώ οι συνηθισμένες σχολές διδάσκουν μαθήματα επί πίστωση σε φοιτητές.

Οι κινεζικές πανεπιστημιουπόλεις δυτικών πανεπιστημίων όπως το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στη Σαγκάη διαθέτουν υποχρεωτικά μαθήματα «πατριωτικής εκπαίδευσης».

Είναι πιθανό ότι τουλάχιστον ορισμένοι διαχειριστές πανεπιστημίων έχουν παρακαμφθεί ως προς τις αρμοδιότητές τους από την ανάγκη εσόδων. Στο Ηνωμένο Βασίλειο, το Κοινοβούλιο πραγματοποίησε ακροάσεις σχετικά με τις δυνατότητες, η χρηματοδότηση του Ινστιτούτου Κομφούκιου, να επηρεάζει τις πανεπιστημιακές πολιτικές. Το Πανεπιστήμιο του Κουίνσλαντ στην Αυστραλία αντιμετώπισε κρίση διακυβέρνησης λόγω των κινήσεών του για απομάκρυνση ενός ακτιβιστή φοιτητή που ήταν ιδιαίτερα επικριτικός για τους δεσμούς του Πανεπιστημίου Κομφούκιου με τη κινέζικη προπαγάνδα. Και, φυσικά, στις Ηνωμένες Πολιτείες, ο ρόλος του οργανισμός “ομπρέλα” που συντονίζει τα ινστιτούτα Κομφούκιου έχει πρόσφατα κατηγορηθεί ως “ξένη αποστολή” (προπαγανδιστικό εργαλείο της Κίνας) από το υπουργείο Εξωτερικών.

Αλλά η ουσία της συζήτησης είναι πως για τρεις δεκαετίες, τα πανεπιστήμια προσπάθησαν να παίξουν καθοριστικό ρόλο στη δυτική δημόσια διπλωματία προς όφελος της Κίνας. Έχουν συνεργαστεί με κινεζικά ιδρύματα, άνοιξαν πανεπιστημιουπόλεις στην Κίνα και έχουν εκπαιδεύσει εκατοντάδες χιλιάδες Κινέζους μαθητές. Στην πορεία, δημιούργησαν έσοδα εκατομμυρίων δολαρίων, αλλά πάντα με την υπόσχεση ότι τα χρήματα τελικά υποστήριζαν την πρόοδο προς τον μεγαλύτερο στόχο μιας πιο φιλελεύθερης Κίνας. Η συνεργασία θα βοηθούσε στον επαγγελματισμό των κινεζικών ιδρυμάτων. Οι υπερπόντιες πανεπιστημιουπόλεις θα ήταν νησιωτικά φυλάκια ακαδημαϊκής ελευθερίας. Οι Κινέζοι μαθητές θα ενσωμάτωναν τις δυτικές αξίες και θα τις επέστρεφαν πίσω στην Κίνα.

Ίσως, χωρίς κανένα σφάλμα των πανεπιστημίων, οι αποστολές δημόσιας διπλωματίας έχουν αποτύχει. Τα κινεζικά πανεπιστήμια αναγκάστηκαν να εγκαταλείψουν τις δεσμεύσεις της «ελευθερίας της σκέψης» υπέρ της «σκέψης του Xi Jinping». Οι κινεζικές πανεπιστημιουπόλεις δυτικών πανεπιστημίων όπως το Πανεπιστήμιο της Νέας Υόρκης στη Σαγκάη αναγκάστηκαν να προσθέσουν υποχρεωτικά μαθήματα στην «πατριωτική εκπαίδευση». Και πολλοί (αν και καθόλου) Κινέζοι φοιτητές στο εξωτερικό εμφανίζουν ολοένα και περισσότερο έναν ακραίο εθνικισμό που υπονομεύει σοβαρά την αντίληψη ότι η απλή εμπειρία της ζωής σε μια δημοκρατική χώρα θα μετριάσει την ευαισθησία των μαθητών στις αντιλήψεις του κόμματος-κράτους.

Ο αυξανόμενος ολοκληρωτισμός στην Κίνα έστρεψε τα βλέμματα στα δυτικά πανεπιστήμια: Αντί να ηγούνται της φιλελευθεροποίησης της Κίνας, είναι ευάλωτα ευάλωτα στην κινεζική πίεση προς την αντίθετη κατεύθυνση. Οι συνεργασίες τους με τα κινεζικά πανεπιστήμια έχουν μετατραπεί σε πιθανές ευθύνες καθώς οι καθηγητές δέχονται πυρά επειδή δεν δηλώνουν σωστά την κινεζική χρηματοδότηση, οι επιχορηγήσεις έρευνας συνδέονται με παραβιάσεις των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στο Σινγιάνγκ, και οι τεχνολογικές ανακαλύψεις των πανεπιστημίων χρησιμοποιούνται για τη βελτίωση του συστήματος μαζικής παρακολούθησης της Κίνας. Οι ενοχλητικές, ανήθικες και δυνητικά εγκληματικές ενώσεις είναι αναπόφευκτες όταν τα πανεπιστήμια εμπλέκονται τόσο βαθιά με ένα τόσο επικίνδυνο καθεστώς.

Ομοίως, εάν τα δυτικά πανεπιστήμια λειτουργούν πανεπιστημιακά υποκαταστήματα στην Κίνα και εκπαιδεύουν Κινέζους διεθνείς φοιτητές στις πανεπιστημιουπόλεις τους καθαρά για κέρδος, έχουν επαρκές κίνητρο για να λειτουργούν προς το δημόσιο συμφέρον, όπως υποτίθεται ότι κάνουν; Οι επικριτές ρωτούν νόμιμα εάν τα πανεπιστήμια θα θέσουν σε κίνδυνο τις αξίες τους για να διατηρήσουν τα κέρδη. Εάν η Κίνα εμφάνιζε δείγματα φιλελευθεροποίησης, αυτές οι ανησυχίες θα εξαφανίζονταν ήσυχα με την πάροδο του χρόνου. Αλλά με την Κίνα να γίνεται σταθερά πιο μαχητική και καταπιεστική, αυτές οι ανησυχίες μπορούν να αυξηθούν μόνο.
Τα δυτικά πανεπιστήμια είναι πλέον πιο πιθανό να ενεργήσουν ως απολογητές για μια φιλελεύθερη Κίνα.

Όσο δύσκολο και απογοητευτικό μπορεί να γίνεται και να το παραδεχτούν όλοι οι εμπλεκόμενοι, ήρθε η ώρα να “κόψουμε το σκοινί”. Καθώς ένα κακό καθεστώς χειροτερεύει, κάποια στιγμή η δέσμευση δεν γίνεται πλέον αποδεκτή. Σήμερα έχουμε στην Κίνα μια κυβέρνηση που παρακολουθεί και λογοκρίνει όλες τις εσωτερικές επικοινωνίες, απαγορεύει την πρόσβαση σε εξωτερικές πηγές ειδήσεων και πληροφοριών, συλλαμβάνει αυθαίρετα όχι μόνο τους δικούς της πολίτες αλλά και όλο και περισσότερους αλλοδαπούς, καταστέλλει σοβαρά τους μειονοτικούς πολιτισμούς στο Θιβέτ και το Σιντζιάνγκ, απαγορεύει την ελεύθερη άσκηση θρησκείας, και απειλεί συστηματικά τους γείτονές του με στρατιωτική δύναμη. Κάθε ένα από αυτά ξεχωριστά θα προκαλούσε ανησυχία. Συλλογικά, το βάρος τους είναι συντριπτικό. Και όλα τείνουν προς λάθος κατεύθυνση.

Τα δυτικά πανεπιστήμια δεν συμμετέχουν πλέον στη μεταρρύθμιση φιλελευθεροποίησης της Κίνας. Σε ισορροπία – παρά τις εξατομικευμένες εξαιρέσεις – είναι πλέον πιο πιθανό να ενεργούν ως απολογητές για μια φιλελεύθερη Κίνα. Για να ξεφύγουν από αυτήν την άβολη θέση, θα πρέπει να μειώσουν τη δέσμευσή τους με την Κίνα μειώνοντας τον αριθμό των Κινέζων φοιτητών σε επίπεδα που δεν θέτουν σε κίνδυνο την αυτονομία τους, να αποθαρρύνουν την ερευνητική συνεργασία με τα κινεζικά πανεπιστήμια και να κλείσουν τα Ινστιτούτα Κομφούκιου. Η Κίνα κινείται σαφώς σε λάθος κατεύθυνση. Τα δυτικά πανεπιστήμια πρέπει να είναι προσεκτικά για να διασφαλίσουν ότι δεν θα παρασυρθούν. Πρέπει να είναι απολύτως αποφασισμένοι να μην την ακολουθήσουν σε αυτή της την πολιτική.

*Ο Salvatore Babones είναι αναπληρωτής μελετητής στο Κέντρο Ανεξάρτητων Σπουδών του Σίδνεϊ και αναπληρωτής καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Σίδνεϊ.

issues
Κοινοποίηση:
Total Page Visits: 721 - Today Page Visits: 1